Οι οφειλές σε Δήμους που παραγράφονται και ποιες μένουν εκτός ρύθμισης. Πλήθος τελών και χρεώσεων, που αφορούν στην ακίνητη περιουσία, μέχρι κλήσεις για παραβάσεις του ΚΟΚ, τέλη ύδρευσης και αποχέτευσης και Κοιµητηρίων – όχι όμως και τα αδήλωτα τετραγωνικά – καλύπτει η νέα νομοθετική ρύθμιση του υπουργείου Εσωτερικών, που προβλέπει παραγραφή οφειλών προς τους Δήμους στην πενταετία. Όλες οι περιπτώσεις που αφορά, ποιες μένουν εκτός και πως θα εφαρμοστεί η νέα ρύθμιση.
Η νέα νομοθετική ρύθμιση περιλαμβάνεται σε πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών, που αναρτήθηκε προς δημόσια διαβούλευση αφορά σε παραγραφή για οφειλές με χρονικό βάθος μεγαλύτερο των πέντε ετών και αναφέρεται σε «κάθε είδους οφειλόμενα ποσά, από οποιαδήποτε πηγή». Όπως σημειώνεται στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου του υπουργείου Εσωτερικών υιοθετεί σχετική έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη, η οποία φωτίζει τον εισπρακτικό παραλογισμό για όλες τις περιπτώσεις τελών και χρεώσεων από τους Δήμους προς τους πολίτες.
Μέχρι σήμερα ο χρόνος παραγραφής των αξιώσεων των Δήμων φτάνει τα 20 έτη. Στο πλαίσιο αυτό, πολλοί δήμοι αναζητούν παρελθόντα χρέη που δεν είχαν εισπραχθεί και έστελναν τον «λογαριασμό» στους πολίτες με μεγάλη χρονοκαθυστέρηση – «ακόμα και 23 χρόνια μετά», όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει το νομοσχέδιο.
Τι ακριβώς προβλέπει η νέα ρύθμιση
Σε ότι αφορά τα ακίνητα, η νέα ρύθμιση καταλαμβάνει οφειλές από Τέλος Ακίνητης Περιουσίας (ΤΑΠ), δημοτικά τέλη καθαριότητας και φωτισμού, Δημοτικό Φόρο Ηλεκτροδοτούμενων Χώρων, διάφορα Δυνητικά Δημοτικά Τέλη και τις σχετικές προσαυξήσεις και πρόστιμα.
Αυτό αναφέρεται σε ανακοίνωση της ΠΟΜΙΔΑ τονίζοντας ότι «ενα ακόμη θεσμικό αίτημα της ΠΟΜΙΔΑ, η πενταετής παραγραφή των κάθε είδους υποχρεώσεων προς τους Δήμους, γίνεται δεκτό από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών, με ρύθμιση η οποία όμως συνοδεύεται από μεταβατικές ενδιάμεσες προθεσμίες, ώστε να μετριαστεί η απώλεια εσόδων των Ο.Τ..Α»
Σήμερα στην πράξη οι Ο.Τ.Α. διεκδικούν και εισπράττουν αναδρομικές οφειλές των ετών 2009 έως και 2022, δηλαδή οφειλές 14ετίας. Το χρονικό αυτό διάστημα παραγραφής θα αυξάνεται κάθε χρόνο κατά ένα έτος, έως ότου να φτάσει την 20ετία.
Η ΠΟΜΙΔΑ έχει ζητήσει να επανέλθει σε ισχύ για τις οφειλές αυτές η 5ετής παραγραφή, η οποία ήδη ισχύει σε όλες τις οφειλές προς το Δημόσιο. Μέχρι στιγμής αυτό είχε γίνει δεκτό μόνον ως προς τη λήψη πιστοποιητικού ΤΑΠ. Με τη ρύθμιση αυτή ο χρόνος παραγραφής μειώνεται σταδιακά στα 10 έτη για τις παλαιότερες οφειλές προ του 2013, στα 8 έτη για τις οφειλές προ του 2018 και στη συνέχεια στα 5 έτη για τις οφειλές από 1.1.2018 και μετά.
Συγκεκριμένα η προτεινόμενη ρύθμιση προβλέπει τα εξής:
Οφειλές ετών 2009 – 2012: Διαγράφονται οριστικά και δεν αναζητούνται. Στις οφειλές που διαγράφονται κατά την περ. α’ περιλαμβάνονται και εκείνες που τέθηκαν μεταγενέστερα σε ρύθμιση και δεν έχουν εξοφληθεί ακόμη. Ποσά όμως που έχουν ήδη καταβληθεί δεν επιστρέφονται.
Οφειλές ετών 2013-2017: Μπορεί να αναζητηθούν, να βεβαιωθούν και εισπραχθούν για δύο έτη από την έναρξη ισχύος του νόμου. Στη συνέχεια παραγράφονται.
Οφειλές ετών 2018 και μετά και μελλοντικές οφειλές: Οι δήμοι μπορούν να βεβαιώνουν ταμειακά τα κάθε είδους οφειλόμενα ποσά, από οποιαδήποτε πηγή, που καθίστανται εισπρακτέα έσοδα, εντός αποσβεστικής προθεσμίας πέντε (5) ετών, που αρχίζει το επόμενο έτος από τη γένεση της οφειλής, Μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτής παραγράφονται.
Μένουν εκτός των αδήλωτα τετραγωνικά
Στο σχέδιο νόμου «Σύστημα Καινοτομίας στον δημόσιο τομέα – Ρυθμίσεις Γενικής Γραμματείας Ανθρωπίνου Δυναμικού Δημοσίου Τομέα – Ρυθμίσεις για τη λειτουργία των Ο.Τ.Α. α΄ και β’ βαθμού και των αποκεντρωμένων διοικήσεων και για την ευζωία των ζώων συντροφιάς – Λοιπές επείγουσες ρυθμίσεις του Υπουργείου Εσωτερικών», που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση στον ιστότοπο διαβουλεύσεων του ΥΠΕΣ δεν περιλαμβάνονται διατάξεις για δήλωση μη ρευματοδοτούμενων και αδήλωτων επιφανειών ακινήτων, και περιορισμό των προστίμων και προσαυξήσεων στο 50%, που έχει ζητήσει η ΠΟΜΙΔΑ.
Η έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη φωτίζει τον εισπρακτικό παραλογισμό
Η ειδική έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη με τίτλο «Έσοδα Δήμων και Κράτος Δικαίου» που αποτελεί βάση αναφοράς της νέας νομοθετικής ρύθμισης τονίζει ότι τα έσοδα των Δήμων, ιδίως όσα προέρχονται απ’ ευθείας από τους δημότες, δεν είναι πάντα εναρμονισμένα με όσα προβλέπονται από ένα σύγχρονο Κράτος Δικαίου και παρουσιάζει τις περιπτώσεις ως εξής:
Τέλη Ύδρευσης – Αποχέτευσης: Οι δήµοι ή οι ∆ΕΥΑ επιβάλλουν υποχρεωτικώς ανταποδοτικά τέλη ή δικαιώµατα ύδρευσης και αποχέτευσης, µε αποφάσεις των δηµοτικών συµβουλίων τους, στις οποίες πρέπει να καθορίζεται το ύψος των τελών σε σχέση αναλογίας µε τα έξοδα των αντίστοιχων υπηρεσιών. ∆ιαπιστώνεται ότι η κοστολόγηση των υπηρεσιών ύδρευσης δεν έχει ειδική και επαρκή αιτιολογία.
Η θέσπιση κλιµακωτού τιµολογίου αποδεικνύεται τυχαία, διότι οι ποικίλες κλίµακες δεν στηρίζονται σε συγκεκριµένες πραγµατικές συνθήκες, µετρήσεις ή στατιστικά στοιχεία. Οι κλίµακες κατανάλωσης διαφοροποιούνται σηµαντικά µεταξύ των ∆ήµων, χωρίς να αιτιολογείται η διαφοροποίηση.
∆ιοικητικός έλεγχος – Εποπτεία ΟΤΑ: Οι κανονιστικές πράξεις των ∆ήµων που επιβάλλουν ανταποδοτικά τέλη χαρακτηρίζονται από ανοµοιοµορφία, ανεπαρκή ή ελλιπή αιτιολογία, αναφορικά µε τη συνδροµή των όρων των εξουσιοδοτικών διατάξεων. Ο έλεγχος νοµιµότητας πρέπει να είναι ουσιαστικός, εµπρόθεσµος και πλήρης έτσι ώστε να αποτρέπεται η νοµιµοποίηση παράνοµων διοικητικών πράξεων. Για τον σκοπό αυτό, πρέπει να καταλήγει υποχρεωτικά σε ειδική ρητή πράξη, είτε επιβεβαιωτική, είτε απορριπτική.
Καθορισµός της φορολογικής βάσης των δηµοτικών τελών: Ο ν. 25/1975 προβλέπει ότι τα τέλη υπολογίζονται µε βάση το εµβαδόν των «εστεγασµένων ή µη εστεγασµένων χώρων, ανά µετρητή ηλεκτρικού ρεύµατος». Παραµένουν υπό αµφισβήτηση πολλές περιπτώσεις στεγασµένων ή µη επιφανειών µε αποτέλεσµα οι ∆ήµοι να εφαρµόζουν διαφορετικές πρακτικές και σε πολλές περιπτώσεις να προσµετρούν στη φορολογητέα επιφάνεια χώρους χωρίς νόµιµο έρεισµα ή επαρκή αιτιολόγηση.
Χαρακτηριστικά παραδείγµατα αποτελούν οι ταράτσες που χρησιµοποιούνται ως χώροι τοποθέτησης φωτοβολταϊκών, οι κενοί χώροι ανελκυστήρων, οι εξώστες (µπαλκόνια κλπ.). Προβλήµατα προκύπτουν και σε ό,τι αφορά τον ακριβή προσδιορισµό του εµβαδού κάθε χώρου καθώς συχνά αυτός στηρίζεται σε εσφαλµένα ή ανακριβή στοιχεία.
Ανταποδοτικότητα: Η ανταποδοτικότητα είναι ιδιαίτερα κρίσιµο στοιχείο για την επιβολή των δηµοτικών τελών καθαριότητας και φωτισµού, η συνδροµή της όµως δεν διασφαλίζεται επαρκώς από το ισχύον νοµοθετικό πλαίσιο.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ο νόµος δίνει τη δυνατότητα θέσπισης µέχρι 7 συντελεστών, στην πράξη όµως οι δήµοι εφαρµόζουν µόνο δύο, τον επαγγελµατικό και τον οικιακό. Για παράδειγµα εφαρµόζεται ένας µόνο συντελεστής επαγγελµατικών χώρων σε χώρους µε µεγάλες επιφάνειες ή κοινόχρηστους χώρους πολυκατοικιών οι οποίοι δεν παράγουν πολλά απορρίµµατα, µε αποτέλεσµα να επιβαρύνονται δυσανάλογα.
Στην περίπτωση αυτή δεν υπάρχει ούτε ανταποδοτικότητα ούτε αναλογία µεταξύ παροχής-αντιπαροχής.
Τέλη Κοιµητηρίων: ∆ιαπιστώνεται ότι οι Κανονισµοί Κοιµητηρίων περιλαµβάνουν πλήθος τελών τα οποία αγνοούν οι πολίτες. Οι δήµοι συχνά υπερβαίνουν τα άκρα όρια της διακριτικής ευχέρειας που τους παρέχει ο νόµος σχετικά µε την οικονοµική διαχείριση των κοιµητηρίων σε βάρος τόσο της νοµιµότητας όσο και της ανταποδοτικότητας των τελών.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγµα µεγάλου δήµου της Αττικής ο οποίος για κάθε κατασκευή τάφου επιβάλει εργολαβικό δικαίωµα στους εργολήπτες/µαρµαρογλύπτες και εκείνοι µε τη σειρά τους το εισπράττουν από τους συγγενείς των θανόντων. Αυτό συµβαίνει παρά το γεγονός ότι το Υπουργείο Εσωτερικών έχει διευκρινίσει ότι δεν επιτρέπεται η επιβολή εργολαβικού δικαιώµατος.
Επισηµαίνεται η ανάγκη οι Αποκεντρωµένες ∆ιοικήσεις να ελέγχουν τους Κανονισµούς Κοιµητηρίων ως προς το θέµα της ίσης µεταχείρισης δηµοτών-ετεροδηµοτών. Έχει διαπιστωθεί η ύπαρξη διαφορετικών τιµολογήσεων σε βάρος των ετεροδηµοτών.
Τέλος Ακίνητης Περιουσίας (ΤΑΠ): Το σηµαντικότερο πρόβληµα κατά την εφαρµογή της σχετικής νοµοθεσίας είναι ο ιδιαίτερα περίπλοκος και σύνθετος καθορισµός της αξίας του ακινήτου που υπόκειται σε ΤΑΠ, η οποία σηµειωτέον ουδόλως σχετίζεται µε το αντικειµενικό σύστηµα καθορισµού της αξίας των ακινήτων.
Ο τρόπος υπολογισµού του ΤΑΠ και τα πρόστιµα που επιβάλλονται έχει επικριθεί για τις ασάφειές της και στο πλαίσιο του προσωποκεντρικού χαρακτήρα της τοπικής αυτοδιοίκησης και των τυχόν αδιαφανών διαδικασιών εφαρµογής της, δύναται να δηµιουργεί εστίες κακοδιοίκησης και αυθαιρεσίας από την κατά περίπτωση εφαρµογή του.
Περαιτέρω, σηµαντικός αριθµός αναφορών είχε ως αντικείµενο την επιβολή ΤΑΠ σε χώρους της πιλοτής όπου είχαν συσταθεί συµβολαιογραφικά θέσεις αποκλειστικής χρήσης για τη στάθµευση αυτοκινήτων (parking), καθώς και σε πρασιές.
Ο Συνήγορος του Πολίτη ζήτησε από το Υπουργείο Εσωτερικών, να διευκρινίσει ότι οι ανοικτοί χώροι στάθµευσης, όπως και οι πρασιές, είναι κοινόκτητοι και κοινόχρηστοι χώροι επί των οποίων µπορεί να παραχωρηθεί δικαίωµα αποκλειστικής χρήσεως σε ιδιοκτήτες ορόφων της ίδιας οικοδοµής, αλλά όχι να κτηθεί κυριότητα. Συνεπώς, δεν µπορούν να επιβαρυνθούν µε ΤΑΠ, σύµφωνα µε τη συνταγµατική αρχή της νοµιµότητας του φόρου.
Τέλη επί των ακαθάριστων εσόδων κέντρων διασκέδασης, εστιατορίων κλπ.: Το συγκεκριµένο τέλος στην πραγµατικότητα συνιστά φόρο, αφού δεν συναρτάται µε οποιαδήποτε ανάλογη αντιπαροχή από το δήµο και αποτελεί σηµαντικό µέσο ενίσχυσης της οικονοµικής αυτοτέλειας των δήµων. ∆ιαπιστώνεται, ωστόσο, ότι ακόµα και µεγάλοι δήµοι της χώρας επεκτείνουν το τέλος αυτό σε ειδικές κατηγορίες καταστηµάτων είτε χωρίς να έχουν ληφθεί οι σχετικές κανονιστικές αποφάσεις είτε χωρίς να εκτίθενται σε αυτές οι ειδικές συνθήκες που επέβαλαν ή δικαιολογούν την επέκτασή του.
Με τον τρόπο αυτό, όµως, στην πραγµατικότητα επιβάλλεται φόρος στις επιχειρήσεις τουριστικών ειδών, ειδών λαϊκής τέχνης, ενθυµίων κ.λπ. καθ΄ υπέρβαση της νοµοθετικής εξουσιοδότησης, η οποία παρασχέθηκε µε το σκοπό επιβολής ανταποδοτικού τέλους, όταν ειδικές συνθήκες το επιβάλλουν.
Πρόστιµα κατά της φοροδιαφυγής: Η νοµοθεσία για την επιβολή δηµοτικών εσόδων περιλαµβάνει και τις διατάξεις που θεσπίζουν κυρώσεις, δηλαδή διοικητικά πρόστιµα, που επιβάλλονται όταν διαπιστώνεται είτε αποφυγή από την καταβολή των διαφόρων τελών, εισφορών, φόρων κ.λπ., είτε παραβίαση νόµιµης υποχρέωσης. Ακολούθως, κατά των πολιτών που παραβιάζουν τις διατάξεις της δηµοτικής φορολογίας επιβάλλονται, ενδεχοµένως περισσότερα του ενός, διοικητικά πρόστιµα.
Ειδικότερες διατάξεις επιβάλλουν πρόστιµα, όπως η επιβολή προστίµου διπλάσιου του οφειλόµενου ΤΑΠ σε περίπτωση µη δήλωσης του ακινήτου ή µη ενηµέρωσης, εντός διµήνου, για τυχόν µεταβολή της αρχικής δήλωσης ΤΑΠ, ή η επιβολή προστίµου για την αυθαίρετη χρήση κοινοχρήστων χώρων. Πρόβληµα παρουσιάζεται διότι, οι σχετικές αποφάσεις των ∆ηµάρχων µε τις οποίες επιβάλλονται τα πρόστιµα αυτά, στερούνται στο σύνολό τους της προβλεπόµενης εκ του νόµου αιτιολογίας.
Η πρακτική παράλειψης της αιτιολογίας από τις πράξεις επιβολής προστίµων έχει ήδη κριθεί ως µη σύννοµη (ΣτΕ 339/93, 3661/88 και 3348/1980), χωρίς ωστόσο να επηρεαστεί η σχετική διοικητική πρακτική στον απαιτούµενο βαθµό. Ζήτηµα εγείρεται και στις περιπτώσεις που το διοικητικό πρόστιµο ορίζεται νοµοθετικά µε αντικειµενικό τρόπο, µε αποτέλεσµα να δεσµεύεται η δηµοτική αρχή ως προς το ύψος του προστίµου και µην έχει ευχέρεια στάθµισης της βαρύτητας και των ειδικών συνθηκών της κάθε παράβασης.
Έτσι, οι δήµοι δεσµεύονται να επιβάλουν, εκτός από τα αναλογούντα τέλη, και πρόστιµα, τα οποία καθορίζονται µε αντικειµενικό τρόπο, π.χ. το πρόστιµο που αφορά στο ΤΑΠ είναι ίσο µε το διπλάσιο του αναλογούντος στο ακίνητο τέλους. Ο αντικειµενικός τρόπος καθορισµού του προστίµου στις περιπτώσεις εξ ολοκλήρου αυθαίρετης χρήσης κοινοχρήστων χώρων δεν έχει αποδειχθεί πάντα επιτυχής, αφού έχει οδηγήσει σε δυσανάλογα πρόστιµα.
Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση δικαιούχου εκµετάλλευσης περιπτέρου, το οποίο βρισκόταν σε µη κεντρική περιοχή της Αθήνας µε πολύ περιορισµένη εµπορική κίνηση, στον οποίο επιβλήθηκε πρόστιµο βάσει της µεγαλύτερης τιµής ανά τετραγωνικό µέτρο, που ίσχυε για την παραχώρηση χρήσης στην περιοχή του Συντάγµατος.
Βεβαίωση εσόδων – Παραγραφή αξιώσεων: Επισηµαίνεται ιδιαιτέρως η υποχρέωση των Οικονοµικών Υπηρεσιών των δήµων, στις περιπτώσεις που αυτό προβλέπεται, να κοινοποιούν τους Βεβαιωτικούς καταλόγους, πριν από την ταµιακή βεβαίωση άλλως πριν από το στάδιο της είσπραξης, στα φυσικά ή νοµικά πρόσωπα τα οποία έχουν υποχρέωση πληρωµής των διαφόρων τελών, φόρων, προστίµων κ.λπ.
Περαιτέρω η εύρυθμη είσπραξη των εσόδων εξαρτάται από την εντός ευλόγου χρόνου βεβαίωσή τους εν ευρεία και στενή έννοια και η λήψη των προβλεποµένων µέτρων για την είσπραξή τους. Οι παρατεταµένες καθυστερήσεις διεκδίκησης των δηµοτικών εσόδων συνεπάγονται την αποδυνάµωση των αξιώσεών τους, καθώς είναι ανοιχτές σε παραγραφή.
Σηµαντικό µέρος των εσόδων των δήµων χάνονται οριστικά λόγω παραγραφής τους, είτε δυνάµει δικαστικών αποφάσεων, είτε δυνάµει αποφάσεων των δηµοτικών συµβουλίων, που διαπιστώνουν την επέλευση της παραγραφής και προβαίνουν στη διαγραφή των παραγεγραµµένων εσόδων.